Να κοιτάμε… όχι μόνο να βλέπουμε.

Όλα λίγο πολύ άνω κάτω χθες …
… και προσωπικά η έλλειψη τάξης, οργάνωσης και προγραμματισμού με αποδιοργανώνει. Μου φέρνει αναστάτωση και εκνευρισμό (τι πρωτότυπο). Το «ξεσήκωμα» είναι για μένα κάτι σαν «οπτική φασαρία». Όχι ότι θέλω ανά πάσα στιγμή να ξέρω τι θα κάνω μετά από λίγο, αλλά ακόμη κι αν ξέρω ότι οι επόμενες ώρες θα κυλήσουν ελεύθερα και χωρίς κάτι συγκεκριμένο, θα σερνόμαστε δηλαδή, ακόμη κι αυτό είναι για μένα κάτι σαν προγραμματισμός. Προβλέψιμο. Και ασφαλές.

Χθες ξεσηκώσαμε το δωμάτιο του Βασίλη.
Και όπως πάντα, αυτές οι δουλειές όσο μικρές και γρήγορες φαίνονται, ακόμη και όταν έχεις εμπειρία, τόσο μεγάλες και χρονοβόρες αποδεικνύεται τελικά ότι είναι. Ένα φρεσκαρισματάκι, σιγά το πράγμα. Το «φρεσκαρισματάκι» έγινε αλλαγή χρώματος  και η αλλαγή χρώματος μέγα ξεσήκωμα και ριζική αλλαγή. Μπελάς και χαλάλι του συγχρόνως. Ένα δωμάτιο με τα έπιπλα τραβηγμένα στη μέση, ένας Βασίλης μέσα έξω και πάνω κάτω, κι ένα γραφείο γεμάτο με τα υπόλοιπα πράγματα κι εμένα στη μέση να προσπαθώ να δουλέψω … τα μάτια μου στον υπολογιστή, το μυαλό μου κάπου ανάμεσα σε όλα. Τα αυτιά μου βομβαρδισμένα από φωνές, ερωτήσεις, παιχνίδια, σχόλια, ομιλίες, για τα πάντα … εκνευρισμός. Ησυχία πουθενά, ο χρόνος να περνά, λίγο η καθυστέρηση, λίγο η ανακατωσούρα, λίγο η πίεση, λίγο ότι δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ, λίγο νεύρα. Ψέμματα! Πολλά νεύρα.

Με συνοπτικές διαδικασίες το απόγευμα ο Β. προωθήθηκε στους παππούδες για το διήμερο. Γύρισα κουρασμένη. Πολύ. Κι ας μην είχα πιάσει το πινέλο ούτε για πλάκα. Η ησυχία που παρακαλούσα να έχω όλη μέρα, ήταν τώρα «εδώ».  Από αυτή τη μικρή απόσταση, από το πριν ως το μετά, όλα φαίνονται τόσο διαφορετικά, οι αντιδράσεις μου – ομολογώ – τόσο υπερβολικές, η φασαρία, η ατέλειωτη ενέργεια και ο … σαματάς τόσο «σιγά το πράγμα, πια».

Ετοίμασα κάτι να φάμε.
Ο Χάρης γύρισε από τη βραδινή βόλτα με την Κλειώ και μου είπε: «Παραδίπλα έχουν κηδεία. Μια γυναίκα 57 χρονών… νέα … » Συνέχισα να ανακατεύω την κατσαρόλα αφηρημένη, πάνω από τον ατμό του τραχανά που έβραζε και ξαφνικά μούδιασα. Ποια ήταν; ούτε που την ξέραμε. Σίγουρα όμως θα την είχαμε δει. Γειτονιά. Έπιασα το μυαλό μου να προσπαθεί να την ταυτίσει με κάποια γνωστή, στην ίδια περίπου ηλικία, ούτε ξέρω γιατί, για να προσδιορίσει μάλλον το μέγεθος της συμφοράς. Δεν βρήκε κάποια. Ούτε και είχε σημασία βέβαια. Είχε άραγε παιδιά; κάποιο παιδί της κλαίει τώρα; απαρηγόρητο; πονάνε οι δικοί της … ήταν ατύχημα, αρρώστια, το περίμεναν; είχαν μαλώσει μαζί της μόλις χθες; πνίγονταν τώρα από τύψεις; ικέτευαν άραγε να ανταλλάξουν τις ώρες κάποιου καυγά και να ερχόταν εκείνη πάλι πίσω; τους φαίνονταν άραγε ανούσιες οι στιγμές που μπορεί μαζί της ή και εξαιτίας της να είπαν «δεν αντέχω άλλο πια»; Τα πράγματά της τι θα γίνονταν; Εκείνη είχε κάποιο πρόγραμμα άραγε για σήμερα; για αύριο; κάποιο μισοτελειωμένο βιβλίο είναι στο κομοδίνο της; μια συνταγή στην κουζίνα; είχε Δημήτρηδες να ευχηθεί τέτοια μέρα; ή μήπως τίποτα από αυτά; μήπως έσβησε σταδιακά; Μακάβριο; μελό; … αληθινό όμως. Και δίπλα. Μόλις δυο – τρεις πολυκατοικίες πιο εκεί …
Έβαλα στη θέση της τον εαυτό μου. Ένιωσα σχεδόν ναυτία. Ένα άδειασμα. Η σκέψη για το παιδί μου, τον άντρα μου, την οικογένειά μου, τους δικούς μου … Έβαλα και πάλι χωρίς να θέλω στη θέση της άλλους αγαπημένους μου … ένιωσα την ίδια φρίκη. Όχι σε μένα, όχι. Λες κι εκείνοι είπαν ναι, σε εμάς, ναι.

Βγήκα άθελά μου στο μπαλκόνι. Γιατί άραγε ο πόνος του άλλου τραβάει σαν μαγνήτης; ποιος μπορεί να παραδεχτεί ότι δε θα δει; όχι για να κρίνει, όχι για κουτσομπολιό, μα από κάτι σαν νοσηρή περιέργεια, ακόμη και χωρίς να το θέλει. Είναι που κατά βάθος ταυτιζόμαστε; να δούμε πως θα ήταν αν … ; παρατηρούμε από τη ασφάλεια του σπιτιού μας πως είναι το κακό; τι μορφή έχει; τι παθαίνει κάποιος όταν; ποιος κλαίει, πόσο, έφεραν λουλούδια; λιποθύμησε κανείς; ποιο πραγματικά είναι το μέγεθος της φρίκης; θα το αντέχαμε; τι θα απογίνουν όσοι έμειναν πίσω;  Αγωνίες και οι φόβοι που όλοι έχουμε βαθιά μέσα μας. Μάλλον γι’αυτό γυρνάμε και βλέπουμε … κοιτάμε στ’ αλήθεια όμως;

Ήταν αργά.
Κόσμος ήταν συγκεντρωμένος στην είσοδο της πολυκατοικίας, δυο – τρεις μόλις πιο πέρα από τη δική μας. Ήσυχα. Θα αντάλλασσαν δίχως αμφιβολία το πένθος τους με την ανακατωσούρα του σπιτιού μου, αυτή που εγώ «δεν άντεχα», του δικού σας, του γείτονα. Κι εγώ ήμουν τόσο κουρασμένη με το άνω κάτω, ο Βασίλης είχε ακατάσχετη λογοδιάρροια και μάλιστα στη διαπασών κι εγώ ακατάσχετα νεύρα. Και μπέρδευα αυτά που έγραφα και δεν καταλάβαινα αυτά που διάβαζα. Τρομερό… ! Και τώρα ανακάτωνα και πάλι τον τραχανά σε μια ησυχία που τάχα την αποζητούσα όλη μέρα. Αλλά η σκέψη του τι γινόταν δίπλα, δυο-τρεις πολυκατοικίες πιο πέρα από τη δική μας, έκανε αυτή την ησυχία να μοιάζει με τιμωρία. Τύψεις. Και το στομάχι μου σφιγμένο. Σαν να είχε φάει μόλις μπουνιά. Ή σαν να προσπαθούσε να τη γλιτώσει.

Να είναι εδώ το παιδί μου κι ας χοροπηδάει όλη μέρα στο κεφάλι μου. Που δεν το κάνει, έτσι κι αλλιώς. Που δεν θα το άντεχα έτσι κι αλλιώς! Που έτσι κι αλλιώς, ότι κάνει σαφώς και μπορώ να το αντέξω…
Αλλά είναι ότι χάνουμε το μέτρο.  Χάνουμε τα μεγέθη. Μεγαλοποιούμε τις καταστάσεις. Βάζουμε πομπώδεις χαρακτηρισμούς. Ακούμε τα ίδια μας τα τερατώδη λόγια και φουντώνουμε ακόμη πιο πολύ. Βλέπουμε μόνο μπροστά στη μύτη μας και όχι λίγο πιο εδώ, λίγο πιο εκεί. Λίγο, όχι πολύ. Λίγο πιο εκεί να δεις, φτάνει. Αρκεί. Να κοιτάμε και λίγο δίπλα. Όχι αδιάφορα. Συνειδητά.

Με ανοιχτά μάτια. Να κοιτάμε.

Περνώντας οι μέρες, θα το ξεχάσω το περιστατικό που με αναστάτωσε. Λογικό είναι και ανθρώπινο. Και απαραίτητο κατά μια έννοια. Έτσι είναι η φύση μας. Τραγωδίες συμβαίνουν κάθε μέρα. Δυστυχώς. Πόσο να ταυτιστείς. Και τι να προσφέρεις άλλωστε με το να υποφέρεις μόνο. Έτσι είναι. Από ο κακό υπάρχει πάντα το χειρότερο …  μα κι από το καλό υπάρχει το καλύτερο. Και πάλι θα φτάσουμε στα όριά μας που δε θα είναι πραγματικά όρια. Και πάλι θα χάσουμε το μπαλάκι, που όμως δεν θα έχει πραγματικά χαθεί. Και πάλι η όρασή μας κατ’επιλογή θα περιοριστεί μπροστά στη μύτη μας. Μέχρι κάτι άλλο να μας επαναφέρει.  Μα να βρούμε επιτέλους την ισορροπία που λίγο πολύ όλοι χάνουμε κατά καιρούς.

«Όποιος κλαίει για όλο τον κόσμο, στο τέλος χάνει τα μάτια του» έγραψε ο Καβάφης. Ναι, αυτός είναι ένας απαραίτητος μηχανισμός άμυνας. Αρκεί τα μάτια να μην είναι πάντα στεγνά. Γιατί στεγνώνουν το μέσα σου.

Σας φιλώ,
Όλγα

18 σκέψεις σχετικά με το “Να κοιτάμε… όχι μόνο να βλέπουμε.

  1. Από τα ωραιότερα κείμενά σου! Ταυτίστηκα
    «Λίγο πιο εκεί να δεις, φτάνει. Αρκεί. Να κοιτάμε και λίγο δίπλα. Όχι αδιάφορα. Συνειδητά.
    Με ανοιχτά μάτια. Να κοιτάμε. …» Τα είπες όλα!

    Μου αρέσει!

  2. Υπέροχο κείμενο…όταν γράφεις, γράφεις! Λυπάμαι για την γυναίκα που χάθηκε, για το δυσκολο αυτό περιστατικό…μα σου έδωσε κάτι χωρίς να σε ξέρεις καν η γενναιόδωρη αυτή γυναίκα…Σου χάρισε το νόημα..εκείνο που έχασες για λίγο! Να βλέπουμε..γύρω μέσα παντού. Σε φιλώ και σου στέλνω την καλημέρα μου…

    Μου αρέσει!

    • Νιώθω μεγάλη ικανοποίηση όταν γράφω γιατί εκφράζομαι. Ακόμη μεγαλύτερη όμως, κάτι σαν συγκίνηση, όταν βλέπω ότι κάποιοι ταυτίζονται, κάποιοι καταλαβαίνουν ακριβώς αυτό που νιώθω και αυτό που θέλω να πω.
      Και είναι τόσο κολακευτικό αυτό γιατί ξέρω ότι είναι γνήσιο. Ευχαριστώ ❤

      Μου αρέσει!

  3. Παράθεμα: Να κοιτάμε… όχι μόνο να βλέπουμε. - Μαμά...δες Μπαμπά...δες! | Μαμά…δες Μπαμπά…δες!

  4. Ας κοιτάμε λοιπόν… ας κοιτάμε με όλο μας το ΄΄είναι΄΄ … Ας κοιτάμε για να κατανοούμε το μέγεθος του θαύματος της απλής καθημερινότητας μας που μπορεί για λίγο να ΄΄ξεσηκώνει΄΄ μια παιδική φωνή… δεν πειράζει…! Αρκεί που είναι εκεί και την ακούμε… Αρκεί που είμαστε ακόμα ΄΄εδώ΄΄ και κάποιος, κάτι μας μπερδεύει και μας ΄΄ενοχλεί΄΄….. Αρκεί που είσαι ΕΔΩ και μας έβαλες σε σκέψεις…. κι ας μας ξεβόλεψες λίγο… ΓΙΑ ΚΑΛΟ είναι… Καλό σου μεσημέρι…

    Μου αρέσει!

  5. Καλησπέρα Όλγα μου!!!
    Πρωτη φορά στο blog σου και το πρωτο σου κειμενο με τραβηξε πραγματικά!
    Αυτες ειναι οι μικρές καθημερινές σφαλιάρες που πρέπει να τρώμε για να συνερχόμαστε που και που.
    Στο λέω εγώ που περνάω εδω και μερες μια φασή «γκρινιας» και «μιζέριας». Που από αισιόδοξο και γεμάτο χαρά ατομο πυ ήμουν κοντευω να γινω σαν αυτα που σιχαίνομαι.
    Αυτες οι μικρες σφαλιάρες λοιπόν πρέπει να μας συνεφέρουν. Όμως… δεν υπάρχδει λογος να νιώθεις τύψεις που γκρινιαξες ή που ήθελες την ηρεμία σου. Όλοι μας έχουμε αυτό το δικαίωμα ετσι δεν ειναι; και να γκρινιάξουμε, και να αγανακτίσυμε, και να απελπιστουμε. Αρκεί να μην ξεπερνάμε κάποια όρια!!!
    Φιλιά πολλά και θα σε επισκέπτομαι
    Μαρια

    Μου αρέσει!

  6. Με ανατριχιασε αυτη η αναρτηση. Ειναι μαλλον που ταυτιστηκα μαζι σου γιατι κατι αντιστοιχο βιωσα λιγες μερες πριν. Αγνωστο προσωπο, ωστοσο με εκανε να προβληματιστω πολυ. Καποια στιγμη ισως γραψω για αυτο.

    Μου αρέσει!

  7. Παράθεμα: Σήμερα δεν μπορώ και αλλιώς (Για την Δέσποινα) | Μπορω και αλλιως

Σχολιάστε